Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν δύο «τσοπάνηδες». Ο Ευκολολαμόγιος και ο Ευκολοπιστέψας. Ο Ευκολοπιστέψας που ήταν για χρόνια στον ίδιο μεγαλοβοσκό, στις αρχές δούλεψε πολλές – πολλές ώρες μέχρι να μάθει τη δουλειά και να πάρει τελικά το κολάι. Ο Ευκολολαμόγιος ήταν τεμπέλης και «εργαζόταν» σε άλλον μεγαλοβοσκό γύρω στις 4 ώρες την ημέρα. Κάποια στιγμή και οι δύο τσοπάνηδες που ήξεραν πια τη δουλειά, εργάστηκαν μαζί σαν καλοί «συνάδελφοι» στον μεγαλοβοσκό του πρώτου «τσοπάνη». Ο Ευκολοπιστέψας είχε συνηθίσει την πολύ δουλειά και το εντατικό ωράριο, ενώ ο Ευκολολαμόγιος «τα βρήκε σκούρα» στην αρχή. Τελικά όμως, συνήθισε κι αυτός, -όχι βέβαια στις ίδιες ταχύτητες με τον πρώτο-. Κάποια στιγμή, ο Ευκολολαμόγιος βάζει την ιδέα στον Ευκολοπιστέψα να φτιάξουν έναν δικό τους στάβλο, όχι με 1000 πρόβατα όπως είχε το αφεντικό τους, αλλά με λίγα στην αρχή για να έχουν ένα επιπλέον εισόδημα. Ο Ευκολοπιστέψας συμφώνησε κι έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά ώστε να κάνει το στάβλο όμορφο και αποδοτικό. Όταν όλα ήταν έτοιμα με προσωπική δουλειά κατά 80% του Ευκολοπιστέψα ήρθε το θέμα της μοιρασιάς. Τότε με άνεση και περισσή ειλικρίνεια ο Ευκολολαμόγιος του είπε: Μα τι είναι αυτά που λες τώρα; Μεταξύ μας θα κάνουμε χαρτιά; Είμαστε συνέταιροι και πάνω απ΄ όλα φίλοι! Η δήθεν ειλικρίνειά του και η δήθεν εμπιστοσύνη που ενέπνεε, έγινε πιστευτή από τον Ευκολοπιστέψα κι έτσι δεν έγινε επίσημη μοιρασιά, αλλά συμφωνία δια λόγου, ότι, όσα ζώα ή γάλα πωλούσαν, τα έσοδα θα τα μοιράζονταν ακριβώς στη μέση. Κι έτσι πέρασαν κάποιοι μήνες κι όλα κυλούσαν ομαλά. Στο μυαλό όμως του Ευκολολαμόγιου –που μπορεί να ήταν κουτός, αλλά ήταν πονηρός-, είχε μπει ήδη η ιδέα, πώς να απομακρύνει τον Ευκολοπιστέψα από το μαντρί ώστε να έχει όλα τα έσοδα δικά του. Και όταν ερωτεύτηκε κιόλας σφόδρα, αυτή η ιδέα έγινε εμμονή στο κουτοπόνηρο μυαλό του. Έψαχνε λοιπόν από κάποιο σημείο και μετά , να βρει μια δικαιολογία για να «βγάλει από τη μέση» τον Ευκολοπιστέψα. Και η ευκαιρία ήρθε: Μια μέρα που ο Ευκολοπιστέψας ήταν άρρωστος βαριά και δεν μπόρεσε να πάει να ταΐσει τα ζώα, ο Ευκολολαμόγιος πήγε γρήγορα –γρήγορα, άλλαξε τις κλειδαριές στο μαντρί και φώναξε έναν συμβολαιογράφο και πήρε αποκλειστικά στο όνομά του τη στάνη! Μάταια ο Ευκολοπιστέψας προσπαθούσε την άλλη μέρα να μπει μέσα με τα κλειδιά του… Και όταν τον ρώτησε τι έχει συμβεί, πήρε την απλή απάντηση ότι «δεν τάισες τα ζώα και νόμιζα ότι δεν θέλεις να συνεχίσεις άλλο!!!! Κι έτσι, οι δύο συνέταιροι χώρισαν. Ο ένας έμεινε στη μικρή του στάνη που ήταν έτοιμη πια και ο άλλος στη μεγάλη στάνη του αφεντικού του. Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα….
ΗΘΙΚΟ ΔΙΔΑΓΜΑ:
Πάντα κάθε Ευκολολαμόγιος, ψάχνει να βρει κάποιον Ευκολοπιστέψα!
ΠΟΤΕ και ΚΑΝΕΝΑΣ Ευκολοπιστέψας να μην εμπιστευτεί Ευκολολαμόγιο! Ακόμα κι αν έχει βλέμμα Αγίου! Ας κοιτάξει να μάθει καλύτερα το ποιόν του πριν προχωρήσει.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου